Πότε μία γυναίκα είναι περισσότερο γόνιμη;

Γράφει η Ασημίνα Ταβανιώτου, MD, MSc, PhD, Γυναικολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης, Fivi

 

Η γυναικεία γονιμότητα είναι συνδυασμός πολλών και διαφορετικών παραμέτρων.  Η γυναίκα δεν μπορεί να συλλάβει  σε  όλη την διάρκεια του καταμήνιου  κύκλου της.  Η γυναίκες επίσης δεν είναι τα ίδιο γόνιμες κατά την διάρκεια  της  αναπαραγωγικής ζωής τους.  Επίσης γυναίκες  της ίδιας ηλικίας ,  έχουν διαφορετική γονιμότητα ανάλογα με τον τρόπο της ζωής τους και την γενικότερη κατάσταση της υγείας τους.

Η γονιμοποίηση του ωαρίου μπορεί να γίνει μόνο σε ένα πολύ σύντομο «παράθυρο γονιμότητας» κατά την διάρκεια του καταμήνιου κύκλου της γυναίκας. Τα ωάριο απελευθερώνεται από το ωοθυλάκιο, και μπορεί να γονιμοποιηθεί από το σπέρμα στην σάλπιγγα  για εικοσιτέσσερις ώρες. Το σπέρμα από τη  άλλη πλευρά μπορεί να γονιμοποιήσει το ωάριο για περίπου τρεις ημέρες . Έτσι, η πραγματοποίηση τακτικών επαφών πριν την ωορρηξία και κατά την διάρκεια της ωορρηξίας είναι ο κατάλληλος χρόνος για την επίτευξη μιας εγκυμοσύνης.

Οι γυναίκες γεννιούνται με πεπερασμένο αριθμό ωαρίων. Κάθε μηνά πέρα από το ωάριο που απελευθερώνεται με την ωορρηξία,  ένας μεγάλος αριθμός ωαρίων καταστρέφεται  με την διαδικασία της ατρησίας. Σαν αποτέλεσμα, τα ωάρια εξαντλούνται και κάποια στιγμή στην ζωή της γυναίκας γύρω στην ηλικία των 50 ετών,  έρχεται η εμμηνόπαυση.  Τα ωάρια καλύτερης ποιότητας χρησιμοποιούνται στην αρχή της αναπαραγωγικής ζωής , δηλαδή σε νεαρότερη ηλικία. Έτσι  με την πάροδο της ηλικίας ελαττώνεται ο αριθμός των  ωαρίων, επιδεινώνεται η ποιότητα τους, οι  πιθανότητες μια γυναίκα να μείνει έγκυος λιγοστεύουν και οι πιθανότητες μια εγκυμοσύνη να οδηγηθεί σε αποβολή αυξάνουν. Και αυτό  γιατί το ποσοστό ωαρίων με χρωματοσωμιακές ανωμαλίες είναι αυξημένο στις γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας.

Η ηλικία της γυναίκας φαίνεται λοιπόν πως είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας για την γυναικεία γονιμότητα και οι πιθανότητες να επιτευχθεί μια εγκυμοσύνη ελαττώνονται με την ηλικία, αν και υπάρχει  διαφοροποίηση από  γυναίκα σε γυναίκα. Σαν γενικός κανόνας πριν  τα 35 έτη είναι πιο αυξημένες οι πιθανότητες εγκυμοσύνης.  Νεαρότερες γυναίκες πριν τα 30 έτη έχουν  ακόμη μεγαλύτερες πιθανότητες. Μια γυναίκα 20 ετών έχει περίπου 20 τοις εκατό να επιτύχει εγκυμοσύνη κάθε μήνα  με φυσιολογική σύλληψη ενώ αυτό το ποσοστό πέφτει στο 40 τοις εκατό στα 40  έτη.  Ακόμα και στις μεθόδους της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής οι νεαρότερες γυναίκες εμφανίζουν σημαντικά  υψηλότερα ποσοστά εγκυμοσύνης.

Παρόλα αυτά, σε όλες τις ηλικίες υπάρχουν τρόποι να βελτιωθεί η γονιμότητα μιας γυναίκας . Ο τρόπος ζωής και η γενικότερη υγεία παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο.  Η αποφυγή του καπνίσματος είναι εξαιρετικά σημαντική. Το κάπνισμα επιδρά αρνητικά στα ωάρια και δημιουργεί επιπλοκές σε πιθανή εγκυμοσύνη. Ο περιορισμός της λήψης αλκοόλ και καφεΐνης βοηθά ενώ η μέτρια και λελογισμένη  κατανάλωσή τους  δεν επιδρά αρνητικά. Η διατήρηση σωστού Δείκτη Μάζας Σώματος, με αποφυγή της παχυσαρκίας και μια ισορροπημένη διατροφή όπως για παράδειγμα η μεσογειακή φαίνεται πως βοηθούν . Ειδικά  η παχυσαρκία φαίνεται πως επιδρά εξαιρετικά αρνητικά και στην σύλληψη και στην ωοθυλακιορρηξία  και δημιουργεί σειρά επιπλοκών στην εγκυμοσύνη. Η καλή ρύθμιση της λειτουργίας του θυρεοειδούς αδένα  επιδρά θετικά  στην γονιμότητα. Ενώ τα τελευταία χρόνια αναδεικνύεται και ρόλος της  βιταμίνης  D στην αναπαραγωγή,  με την έλλειψή της να έχει αρνητική επίδραση  στην σύλληψη και την ολοκλήρωση της εγκυμοσύνης.

Ασημίνα Ταβανιώτου

MD, MSc, PhD

Μαιευτήρας – Γυναικολόγος, , Επιστημονικός Συνεργάτης, FIVI Μονάδα Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, Ιατρικό Διαβαλκανικό Θεσσαλονίκης

Ζητήστε πληροφορίες

Διερεύνηση Υπογονιμότητας στη γυναίκα: Συχνές Ενδείξεις

Γράφει ο Αναστάσιος Γ. Μακέδος, Μαιευτήρας – Γυναικολόγος, Επιστημονικός Συνεργάτης, FIVI

 

Η υπογονιμότητα απασχολεί το 10-15% των ζευγαριών που προσπαθούν να κάνουν παιδί. Μέσα στον πρώτο χρόνο προσπάθειας για τεκνοποίηση το 90% των γυναικών θα μείνει έγκυος, ενώ από τα ζευγάρια που θα συνεχίσουν τις προσπάθειες περίπου το 80% θα επιτύχουν εγκυμοσύνη εντός του δεύτερου έτους.

Ποιες όμως είναι οι ενδείξεις για να απευθυνθεί η γυναίκα στον Ειδικό Υπογονιμότητας και να κάνει εξειδικευμένες εξετάσεις;

 

Το χρονικό διάστημα των προσπαθειών

Μετά την πάροδο ενός έτους προσπαθειών για επίτευξη εγκυμοσύνης συστήνεται η παραπομπή του ζευγαριού στον Ειδικό Ιατρό  Υπογονιμότητας. Βέβαια, επειδή η γονιμότητα της γυναίκας φθίνει σταδιακά μετά την ηλικία των 35 ετών συστήνεται πλέον  να ξεκινήσει η διερεύνηση 6 μήνες μετά από την ηλικία αυτή αντί των 12 μηνών, εφόσον έχουν προηγηθεί επαφές χωρίς προφύλαξη.

 

Διαταραχές του εμμηνορρυσιακού κύκλου (περίοδος)

Οι διαταραχές του εμμηνορυσιακού κύκλου δεν αποτελούν ένδειξη υπογονιμότητας. Ιδιαίτερα, όταν οι διαταραχές αυτές έχουν ξεκινήσει από την εφηβεία και είναι μέρος της καθημερινότητας της γυναίκας. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι διαταραχές οφείλονται στο Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών (PCOS). Οι γυναίκες αυτές δεν είναι λοιπόν υπογόνιμες, απλά δεν μπορούν να υπολογίσουν την ημέρα της ωορρηξίας τους ώστε να έχουν επαφές με τον σύντροφο τους τις κατάλληλες ημέρες. Στις γυναίκες όμως, που εμφάνισαν σε μεγαλύτερη ηλικία διαταραχές του κύκλου θα πρέπει να γίνουν ορμονικές εξετάσεις αίματος προς διερεύνηση κάποιας ενδοκρινολογικής διαταραχής (θυρεοειδοπάθεια, υπερπρολακτιναιμία κ.α.), η οποία εύκολα μπορεί να διορθωθεί. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι, να αποκλειστεί η σπάνια περίπτωση της πρόωρης εμμηνόπαυσης, δηλαδή του χαμηλού ωοθηκικού αποθέματος, και η γυναίκα να κατευθυνθεί προς την Εξωσωματική Γονιμοποίηση ή την Κατάψυξη Ωαρίων, έτσι ώστε να μη χαθεί «πολύτιμος χρόνος» και φυσικά να της δοθεί η επιλογή να τεκνοποιήσει με το δικό της γεννητικό υλικό (ωάρια).

 

Δυσμηνόρροια

Οι έντονοι πόνοι στη περίοδο (δυσμηνόρροια) συχνότερα οφείλονται σε μια αυτοάνοση κατάσταση που ονομάζεται Ενδομητρίωση, όπου μικρά κομμάτια ενδομήτριου ιστού έχουν μεταναστεύσει μέσω των σαλπίγγων στην κοιλιά και ακολουθούν τις μεταβολές του εμμηνορρυσιακού κύκλου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα σταγόνες αίματος, όπως η περίοδος, να συγκεντρώνονται στην κατώτερη κοιλιά, να δημιουργούν πόνο στη γυναίκα και τελικά η αποδόμηση αυτού του αίματος εσωτερικά, να δημιουργεί συμφύσεις, με κύριο αποτέλεσμα την απόφραξη των σαλπίγγων. Η απλή εξέταση της κλασσικής Υστεροσαλπιγγογραφίας ή της νεότερης Υστεροσαλπιγγογραφίας με υπέρηχο και αφρό (HyFoSy) μπορεί να δώσει τη διάγνωση και να κατευθύνει τη γυναίκα προς λαπαροσκόπηση και αποκατάσταση των αποφραγμένων σαλπίγγων ή προς Εξωσωματική Γονιμοποίηση.

 

Να έχει υποβληθεί σε θεραπεία για καρκίνο

Η αντιμετώπιση του καρκίνου σε κάποια όργανα του σώματος με ακτινοθεραπεία ή χημειοθεραπεία μπορεί να επηρεάσουν το ωοθηκικό δυναμικό της γυναίκας, όπως επίσης και τη βατότητα των σαλπίγγων της μήτρας. Γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε τέτοιες θεραπείες στο παρελθόν, συστήνεται να υποβάλλονται σε εξετάσεις διερεύνησης της γονιμότητας πριν τη έναρξη των προσπαθειών για τεκνοποίηση.

 

Γενικά, η διερεύνηση της  γυναικείας γονιμότητας δε συστήνεται σε περιόδους της ζωής της γυναίκας που δεν προσπαθεί για τεκνοποίησει, διότι τα αποτελέσματα των εξετάσεων δε διασφαλίζουν ότι η κατάσταση του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος θα είναι στην ίδια κατάσταση μετά από κάποια χρόνια που τότε η γυναίκα θα επιθυμεί να μείνει έγκυος. Ο Μαιευτήρας-Γυναικολόγος, Ειδικός Υπογονιμότητας, είναι αυτός που θα κατευθύνει το ζευγάρι για τη χρονική στιγμή και τον αριθμό των απαιτούμενων εξετάσεων.

Ζητήστε πληροφορίες

/

2 min/

Blog/

Από Νόνικα Ταρλατζή

Γράφει η Νόνικα Ταρλατζή, Αναπληρώτρια Επιστημονικά Υπεύθυνη της FIVI

Η υπογονιμότητα ενός ζευγαριού μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες ή σε συνδυασμό αυτών. Για το λόγο αυτό η γυναίκα και ο άνδρας πρέπει να υποβάλλονται και οι δύο σε εξετάσεις.

Η αρχική διερεύνηση της ανδρικής υπογονιμότητας περιλαμβάνει ένα σπερμοδιάγραμμα και μία καλλιέργεια σπέρματος. Για να είναι πιο σωστή η αξιολόγηση του σπέρματος, καλό είναι να επαναλαμβάνεται η εξέταση, κατά προτίμηση μετά από 3 μήνες. Είναι γνωστό ότι το σπέρμα έχει διακυμάνσεις στην πάροδο του χρόνου και η σπερματογένεση γίνεται κάθε περίπου 75 μέρες.

Στη συνέχεια, και ανάλογα με τα αποτελέσματα, κρίνεται εάν είναι σκόπιμη η επίσκεψη σε κάποιον ειδικό ουρολόγο-ανδρολόγο καθώς και εάν είναι απαραίτητες περαιτέρω εξετάσεις όπως ορμονικές ή γενετικές εξετάσεις και υπερηχογράφημα όσχεου.

Στην περίπτωση όπου δεν βρίσκονται καθόλου σπερματοζωάρια κατά την εκσπερμάτιση, και δίνεται η διάγνωση της αζωοσπερμίας, μπορεί να διενεργηθεί βιοψία των όρχεων για την αναζήτηση τους στον ορχικό ιστό και εάν βρεθούν σπερματοζωάρια, αυτά μπορούν να καταψυχθούν για μελλοντική τους χρήση.

Όταν ένα ζευγάρι υποβάλλεται σε εξωσωματική γονιμοποίηση και εφόσον υπάρχει ανδρικός παράγοντας υπογονιμότητας, ακολουθείται η μέθοδος της μικρογονιμοποίησης (ICSI). Η μέθοδος αυτή ανακαλύφθηκε το 1992 στις Βρυξέλλες, στο Βέλγιο, και από τότε χρησιμοποιείται ευρέως στον τομέα της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Με τη μέθοδο αυτή, επιλέγεται στο μικροσκόπιο ένα σπερματοζωάριο για κάθε ωάριο και εισάγεται μέσα σε αυτό με μικροχειρισμούς. Με την τεχνική αυτή έχουμε πολύ καλά αποτελέσματα και υψηλό ποσοστό γονιμοποίησης.

Η επαναστατική αυτή μέθοδος άλλαξε για πάντα το μέλλον της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και της εξωσωματικής γονιμοποίησης, καθώς δίνει τη δυνατότητα σε περιπτώσεις ανδρικής υπογονιμότητας απόκτησης παιδιού με δικό τους γεννητικό υλικό.

Νόνικα (Θεώνη) Ταρλατζή

MD, MSc

Μαιευτήρας – Γυναικολόγος, Αναπληρώτρια Επιστημονικά Υπεύθυνη FIVI Μονάδα Ιατρικώς Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής, Ιατρικό Διαβαλκανικό Θεσσαλονίκης

Ζητήστε πληροφορίες